Απάντηση στις θέσεις του Σαράντου Ι. Καργάκου
{Χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα απ’ το βιβλίο του, η λαλιά των Σαρακατσάνων, έκδοση του 2012.}
|
Ο συγγραφέας Σαράντος Ι. Καργάκος στο βιβλίο του «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821» και στη σελίδα 361 σημειώνει σχετικά με την καταγωγή των Σαρακατσάνων.
«Το Συράκο, κατά την άποψη του Παν. Αραβαντινού, έδωσε το όνομα στους Σαρακατσάνους, αλλά λόγω της γνωστής αντιθέσεως ανάμεσα στους Κουτσόβλαχους και τους Σαρακατσάνους, οι τελευταίοι το απορρίπτουν με βδελυγμία, δεδομένου ότι την ίδια άποψη διατύπωσαν και ρουμάνοι μελετητές, από αυτούς που υποστηρίζουν ότι οι Κουτσόβλαχοι είναι ρουμανικής καταγωγής και ότι το Συράκο είναι λέξη ρουμανοβλαχική. Κατά την άποψή μου, άποψη που διατύπωσα σε συνέδριο Σαρακατσάνων στη Θεσσαλονίκη, η λέξη Συράκο είναι συγκεκομμένος τύπος της λατινικής ονομασίας των Συρακουσών {Syracusae},όταν Έλληνες από την ένδοξη αυτή πόλη, ενταγμένοι στο ρωμαϊκό στρατό, εγκαταστάθηκαν στο χωριό αυτό. Από το Syracusani, κατά την εκτίμησή μου, προέκυψε το Σαρακατσάνοι…»
Όσο αφορά τη λαλιά των Σαρακατσάνων που προσδιορίζει και την καταγωγή τους, ο καθηγητής γλωσσολογίας Μ. Τριανταφυλλίδης γράφει στη Νεοελληνική γραμματική, Ιστορική Εισαγωγή, σελ. 68.
"Τα νεοελληνικά ιδιώματα μπορούν να καταταχτούν σε δυο μεγάλες ομάδες, χωρισμένες αναμεταξύ τους με κάθετη περίπου γραμμή, στα δυτικά και τα ανατολικά. Α. Δυτικά ιδιώματα. Εδώ ανήκουν τα πελοποννησιακά, τα στερεοελλαδίτικα, με τα ηπειρώτικα και τα σαρακατσάνικα..."
Όμως, υπάρχει μια πραγματικότητα που δεν μπορούμε να αγνοήσουμε. Ο μεγαλύτερος όγκος των λέξεων της σαρακατσάνικης λαλιάς προέρχεται από ρίζες της ομηρικής γλώσσας που θεωρείται μια ποικιλία ιωνικών και αιολικών ιδιωμάτων, {πλην της δωρικής}.
Ο Βασίλειος Σκαφίδας, σε άρθρο του για τους Σαρακατσάνους που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ‘Ελληνική δημιουργία’ τεύχος 62 του 1950 και στις σελίδες 361-366, γράφει.
"…Όλοι, όσοι ησχολήθησαν μέχρι σήμερον, Έλληνες και ξένοι, με την αρειμανίαν αυτήν φυλήν, αναζήτησαν την προέλευσιν της λέξεως Σαρακατσάνος εις τον υποτιθέμενον τόπον της καταγωγής των. Ούτω, άλλοι ετυμολόγουν την λέξιν από το Συράκον, κωμόπολιν της Ηπείρου, άλλοι από το Σακαρέτσι, χωρίον της επαρχίας του Βάλτου και άλλοι από την αρχαίαν της Σικελίας πόλινΣυρακούσαι…"
Παρακάτω σημειώνει.
"…Οσάκις τους έλεγα ότι κατάγονται, κατ' άλλους από το σακαρέτσι του Βάλτου, κατ' άλλους από το βλαχόφωνοΣυράκο και κατ' άλλους από την ιταλικήνπόλινΣυρακούσας, μου έδιναν την ίδιαν όλοι απάντησιν, ότι δεν είναι Βαλτινοί, ούτε και βλάχοι κουτσόβλαχοι και κατά ισχυρότερονλόγον ούτε Ιταλοί. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι Σαρακατσάνοι ουδέποτε υπήρξαν μόνιμοι κάτοικοι χωρίου ή πόλεως, τουναντίον εκπάλαι έζησαν φερέοικοι, μετακινούμενοι συνεχώς από τους κάμπους εις τα όρη και τανάπαλιν, μετά των οικογενειών των και των ποιμνίων των και στεγαζόμενοι εις συνοικισμούς εκ καλυβών τας οποίας κατασκεύαζαν οι ίδιοι, ή μάλλον οι γυναίκες των…"
Για την καταγωγή των Σαρακατσάνων γράφτηκαν πολλές θεωρίες. Επιγραμματικά αναφέρω τις παρακάτω.
O Γ. B. Kαββαδίας σημειώνει: "Οι Σαρακατσάνοι. Ποιμένες - νομάδες στην Ελλάδα και στον ευρύτερο χώρο της ανατολικής Μεσογείου. Mια ποιμενική κοινωνία".
O Δανός γλωσσολόγος C. Hoeg στο έργο του Les Saracatsans etude linguistique και παραπέμποντας στον Weigand, που μελέτησε κυρίως, τους Αρμάνους ή Αρωμούνιους κι όχι τους Σαρακατσάνους, γράφει.
"Αν οι Σαρακατσάνοι συγγένευαν πραγματικά με τους Αρωμούνους, θα περιμέναμε να βρούμε στο ιδίωμα τους στοιχεία της γλώσσας που υποτίθεται ότι μιλούσαν παλιότερα και τώρα την έχουν ξεχάσει. Αυτό δεν συμβαίνει με τους Σαρακατσάνους. Βέβαια, δανείστηκαν πολλές λέξεις από τις αρωμούνικες διαλέκτους, κυρίως όρους ποιμενικούς και γαλακτομικούς. Είναι λέξεις του πολιτισμού {Kulturwοrter} που όπως ξέρουμε, εξαιτίας του παρόμοιου τρόπου ζωής, μεταδίδονται πολύ εύκολα στους κύκλους που έχουν τον ίδιο πολιτισμό".
Το βιβλίο του C. Hoeg προκάλεσε τις αντιδράσεις, κυρίως των Ρουμάνων που υποστήριζαν, ότι οι Σαρακατσάνοι είναι, είτε εξελληνισμένοι Ρουμάνοι, είτε εξελληνισμένοι Aρμάνοι.
O καθηγητής Μανόλης Τριανταφυλλίδης στη βιβλιοκριτική του για το βιβλίο του C. Hoeg που δημοσιεύτηκε στη γερμανική επιθεώρηση I.M. Gottihgische Gelehrteh Anzeigen, BERLIN 1930, 1-14, γράφει:
"H υπόθεση ότι οι Σαρακατσάνοι είναι εξελληνισμένοι βλάχοι, δε στέκεται. Αυτή η ιδέα είναι εντελώς ξένη στους ίδιους και προπάντων η γλώσσα τους δε δείχνει κανένα ύποπτο ίχνος ξένης καταγωγής. Mα και ούτε και χρειαζόταν αυτό, αν μας έδινε η λαογραφία καμιά νύξη για στενότερη συγγένεια ανάμεσα στις δύο φυλές, πράγμα που δε γίνεται. H διαφορά λοιπόν μεταξύ Σαρακατσάνων και Aρωμούνων είναι χτυπητή. H γλώσσα τους είναι πραγματικά χωρίς ξενισμούς…"
Ο Νικόλαος Κασομούλης στα ‘στρατιωτικά ενθυμήματα', τόμος Α΄ από σελίδα 103 κι έπειτα, γράφοντας για τους ποιμένες της υπαίθρου, αναφέρεται στους σκηνίτες φερέοικους.
Ένα όνομα που χρησιμοποιούσαν μόνο οι Σαρακατσάνοι, όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν την κοινωνία τους.
Γράφει. "…Μεταξύ των κατοίκων Μακεδονίας, Ηπείρου, Θεσσαλίας, η κυριωτέρα από τας τάξεις των πολιτών, η οποία εσχετίζετο περισσότερο, συνέτρεχεν και περιέθαλπεν εις διαφόρους περιστάσεις τους αρματωλούς και τας ληστρικάς συμμορίας, ήτον αι διάφοροι τάξεις βοσκών χωρικών και των διαφόρων ποιμένων κατοίκων καιφερεοίκων…"
Παρακάτω συμπληρώνει. "…Επειδή όμως, από την λέξιν ποιμένες, γενικώς λέγοντες, δεν δυνάμεθα να εξάγωμεν οποίοι ήσαν εκείνοι οίτινες υπόφεραν περισσότερον και οποίοι ολιγώτερον, δια να εννοήσωμεν διακεκριμένως αυτούς, εστοχάσθημεν να διαστείλωμεν αυτούς μεταξύ των... διαιρούντες αυτούς εις χωρικούς κατοίκους ποιμένας και σκηνίτας, παρουσιάζονται ότι δύο φυλαί ομάδων Σκηνιτών ήσαν εκείνοι εις τους οποίους δυνάμεθα να δώσωμεν κυρίως το όνομα, ποιμένες εκ συστήματος κι επαγγέλματος... Υποχρεωμέναι αι ομάδαιαυταί, ως εκ της χωρητικότητας των λιβαδιών και των ποιμνίων, να σχηματίζονται εις τόσα κόμματα και εις τόσαςκοινότητας σκηνιτών, και έχουσα η κάθε μία εξ' αυτών ανά ένα αρχιποιμένα{τσέλνικα}…όταν εν καιρώ ανοίξεως ή χινοπώρου συναθροίζετο να αλλάξη θέσεις... " {Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου}
Φερέοικοι σκηνίτες που συναθροίζονταν κι άλλαζαν θέση κάθε άνοιξη και κάθε φθινόπωρο, ήταν μόνο οι Σαρακατσάνοι.
Υπόψη, πως ο αγωνιστής δεν αναφέρει καθόλου τη λέξη Σαρακατσάνος. Μόνο ο σχολιαστής των Ενθυμημάτων Γ. Βλαχογιάννης αναφέρει σε μία σημείωση, πως τα ονόματα του κειμένου αναφέρονται σε‘Σαρακατσάνους ελληνοφώνους…’
Ας δούμε την έννοια της λέξης «βλάχος».
Η λέξη «βλάχος» ήταν για τους Σαρακατσάνους ένας επαγγελματικός προσδιορισμός και όχι κοινωνικός ή πολιτισμικός, όπως τον εννοούμε σήμερα.Παράγεται απ’ τη δωρική λέξη βλαχά, ιωνικά βληχή, που ονομάζει αποκλειστικά το βέλασμα του πρόβατου.
Το δωρικό ρήμα είναι βλαχώμαι, βελάζω και ιωνικά βληχώμαι.
Αυτός που βόσκει πρόβατα που βλαχώνται, λέγεται βλαχός και με την αναγωγή του τόνου, που κάνουν συχνά οι Σαρακατσάνοι, λέγεται βλάχος.
Υπόψη, πως ο βυζαντινός λόγιος Νικήτας Χωνιάτης, {13ος αιώ.} αναφερόμενος στους βλάχους του Αίμου, γράφει, πως είναι βλαχοί, τονίζοντας στη λήγουσα.
Ας δούμε τι γράφουν τα γνωστά μας λεξικά.
Λεξικό Γιώργου Μπαμπινιώτη. Α΄ έκδοση.
“Βλάχος, {μεσν.} 1. ο δίγλωσσος Έλληνας που μιλά βλάχικα 2. {γενικ.} κάθε ορεσίβιος βοσκός της ηπειρωτικής Ελλάδας. ΕΤΥΜ. μεσν. Vlah, αρχαίο γερμανικό Valah, λατιν. Volcαε {Ουάλκαι}. Κατ' άλλη άποψη από το Βαλάχος {αραβ. Fellah = γεωργός.}”
Το λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη συνεχίζει. "λατ. Volcae {Ουάλκαι}, όνομα εκλατινισμένου φύλλου κελτικής καταγωγής το οποίο ζούσε στα εδάφη της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας κατά την κάθοδον των γερμανικών φύλων..."
Ετυμολογικό λεξικό Ν. Π. Ανδριώτη.
“Βλάχος, μεσν. βλάχος, σλαβ. Vlah, αρχαίο γερμανικό Valh-Volk. Απίθανες οι παραγωγές από το Σλάβος”.
Λεξικό Τεγόπουλος - Φυτράκης.
“Μεσν. βλάχος, σλαβικό Vlah, αρχαίο γερμανικό Valh-Volk. Ορεσίβιος βοσκός, άξεστος αγροίκος. Συνώνυμα, κουτσόβλαχος, Σαρακατσάνος”.
Εδώ, πρέπει να κάνουμε δυο επισημάνσεις.
Πρώτη. Οι Γερμανοί ονόμαζαν Valah και Valh-Volk τους λατινόφωνους λαούς που κατακτούσαν.
Δεύτερη. Οι Σαρακατσάνοι ονόμαζαν τους Αρμάνους, κουτσόβλαχους. Εννοούσαν, πως δεν ήταν μόνο βλάχοι, δηλαδή προβατάρηδες, αλλά έκαναν κι άλλα επαγγέλματα. Ήταν τυροκόμοι, κυρατζήδες, μαστόροι και έμποροι. Κυρίως, δεν ήταν Σκηνίτες Φερέοικοι.
Σύμφωνα με τον καθηγητή γλωσσολογίας Ν. Π. Ανδριώτη, αλλά και το λεξικό Γ. Μπαμπινιώτη, το πρώτο συνθετικό της λέξης κουτσόβλαχοι, η λέξη κουτσό- σημαίνει λίγος, λειψός. Παράγεται απ’ το ρήμα κόπτω, με την έννοια μειώνω. Οι κουτσόβλαχοι, αν και καλοί προβατάρηδες, δεν ήταν μόνο προβατάρηδες βλάχοι, όπως οι Σαρακατσάνοι.
Αν φύγουμε απ' τον μεσαίωνα που τοποθετείται η λέξη βλάχος, κατά τους γλωσσολόγους κι ανατρέξουμε στον Όμηρο στα 850 π.Χ., θα διαβάσουμε.
Όμηρος, Οδ. μ. 266. Οιών τε βληχήν {ιωνική διάλεκτος}.
Μετάφραση. Και το προβάτων το βέλασμα.
Στη δωρική θα έγραφε οιών τε βλαχάν.
Γράφει ο Αριστοφάνης στην κωμωδία Ειρήνη, στίχος 535.
Προβατίων βληχωμένων.
Τα πρόβατα που βελάζουν.
Στη δωρική θα έγραφε προβατίων βλαχωμένων.
Λέει ένα σαρακατσάνικο τραγούδι.
"Όντας κινάν οι Βλάχοι
'πό πάνω απ' τα βουνά,
να παν να ξεφορτώσουν
να μείνουν νια βραδιά
κι ύστερα να κινήσουν,
για τα έρμα χειμαδιά…"
Το τραγούδι αναφέρεται στους Σαρακατσάνους. Οι γνωστοί κουτσόβλαχοι Αρμάνοι ξεχειμώνιαζαν στα χωριά τους και δεν θα έλεγαν ‘έρμα’ τα οικοδομημένα πέτρινα σπίτια τους.
Αντίθετα, οι Σαρακατσάνοι που ήταν νομάδες ποιμένες, χωρίς χωριό και σπίτι, όταν κατέβαιναν στον κάμπο έπεφταν τα βουνά και τους πλάκωναν. Όμως, σαν ανέβαιναν στα βουνά χαρδάκιαζε η καρδιά τους.
Αντίθετα, στα τραγούδια των Αρμάνων που λέγονται στην αρμάνικη λαλιά δεν αναφέρονται πουθενά οι λέξεις βλάχος, βλάχα, βλαχόπουλο και βλαχοπούλα.
Αντιγράφω κάποιους στίχους απ' το βιβλίο «Αυτοί είναι οι Βλάχοι» του Γιώργη Έξαρχου.
"Αβτζάτσιτσι σ'-φάτσι ν-γκιος του κάμπ'
Μόρε Σουλεμάν αγά
Μόρι Αρμάνα μεά…"
Ας δούμε την απόδοση στα νεοελληνικά, όπως την έκανε ο Γιώργης Έξαρχος.
"Ακούσατε τι έγινε εκεί κάτω, στον κάμπο
Μόρε Σουλιμάν αγά
Μόρι Βλάχα μου…"
Ο συγγραφέας αποδίδει τη λέξη Αρμάνα του τραγουδιού με τη λέξη Βλάχα.
Ας δούμε ακόμα ένα τραγούδι, απ’ το ίδιο βιβλίο.
"Tsintsi- sheaseficiori Ramanji,
Cu ilekish' -cu geamantanji…"
Η απόδοση στα νεοελληνικά γίνεται, πάλι απ' τον Γιώργη Έξαρχο.
"Πέντ' έξι βλαχόπουλα
Με γελέκια και σπαθιά…"
Πάλι ο συγγραφέας αποδίδει την αρμάνικη λέξη Ramanji με τη λέξη βλαχόπουλα {τα}.
Ας δούμε κι ένα τρίτο δείγμα αρμάνικου τραγουδιού.
"Σι –μπάτε Αρμάνλου Κατσιαντόνι
Κου Τούρκουλντιπριούνα…"
Η απόδοση στα νεοελληνικά γίνεται απ' τον ίδιο συγγραφέα.
"Χτυπιέται ο βλάχος Κατσιαντών'ς
Αντάμα με τον Τούρκο…"
Η έκφραση, Αρμάνλου Κατσιαντόνι, αποδίδεται με τις λέξεις βλάχος Κατσαντώνης.
Όσο αφορά την καταγωγή των Σαρακατσάνων με κριτήριο τη λαλιά τους, σημειώνω τα παρακάτω.
Η λαλιά των Σαρακατσάνων περιέχει δωρικές λέξεις, που είναι λίγες, ιδιωματικές και δεν έχουν συνέχεια. Ακόμα κι η προφορά των δωρικών λέξεων της σαρακατσάνικης λαλιάς δεν ακολουθεί τους κανόνες της δωρικής διαλέκτου, όπως διατυπώνονται απ’ τους γλωσσολόγους.
Πρώτος κανόνας. Τα δωρικά δυτικά ιδιώματα κατεβάζουν τον τόνο απ’ την τρίτη στη δεύτερη συλλαβή, όπως ανθρώποι, ορνίθες, ελάβον.
Οι Σαρακατσάνοι ανεβάζουν τον τόνο απ’ την πρώτη συλλαβή στη δεύτερη κι απ' τη δεύτερη στην τρίτη, όπως άταλος, αντί αταλός, γινόκαδι αντί γινοκάδι, ινάντιος αντί εναντίος κ.λ.π.
Δεύτερος κανόνας. Τα δωρικά διατηρούν το μακρό α όπως μνάμα αντί μνήμα, παγά αντί πηγή, δάμος αντί δήμος, κάρυξ αντί κήρυξ κ.λ.π.
Οι Σαρακατσάνοι προφέρουν μνήμα, πηγή, δήμος, κήρυξ.
Τρίτος κανόνας. Τα δωρικά ιδιώματα τονίζουν τη λήγουσα στο δωρικό ενεργητικό μέλλοντα, όπως βοαθησώ, πραξώ, προδωσώ.
Οι Σαρακατσάνοι τονίζουν κατά την αττική και αιολική διάλεκτο, βοηθήσω, πράξω, προδώσω.
Η βορειοθεσσαλική διάλεκτος, που ίσως είναι η πιθανότερη πρόγονος της λαλιάς των Σαρακατσάνων, έχει σαν βασικό γνώρισμα την μετατροπή του αττικού ω σε ου. Λένε, έδουκε αντί έδωκε, ανάλουμα αντί ανάλωμα, όπως το συνηθίζουν και οι Σαρακατσάνοι.
Η μετατροπή του ο σε ου στις καταλήξεις των λέξεων είναι γνώρισμα του βορειοθεσσαλικού ιδιώματος που υπάγεται στις αιολικές διαλέκτους.
Η βαρυτόνηση είναι επίσης γνώρισμα της αιολικής διαλέκτου, όπως πόταμος, αντί ποταμός.
Οι Σαρακατσάνοι, λένε άταλος, αντί αταλός και σ' ένα τραγούδι τους ακούγεται ο στίχος ‘πόταμε, μώρ' πόταμε…'